Πέμπτη 29 Απριλίου 2010

Μαριναλέντα...


Η Μαριναλέντα της Ανδαλουσίας


«Η Μαριναλέντα, μια κοινότητα 2.645 κατοίκων στην Ανδαλουσία, δεν έχει ανεργία, δεν έχει αστυνομικούς και τα σπίτια της νοικιάζονται με 15 ευρώ τον μήνα.

Ο δήμαρχός της, ο κομμουνιστής Χουάν Μανουέλ Σάντσες Γκορντίγιο, επανεκλέγεται εδώ και 31 χρόνια.

Εδώ και πολλά χρόνια, την εβδομάδα που οι άλλες πόλεις στην Ισπανία γιορτάζουν το Πάσχα, στη Μαριναλέντα γιορτάζουν την ειρήνη. "Ο δήμαρχός τους είναι τρελός", λένε στο γειτονικό χωριό. "Ενώ εμείς οι άλλοι Ισπανοί κάνουμε θρησκευτικές λιτανείες, εκείνοι κάνουν επί 5 μέρες πάρτι". Πολλοί νέοι από τη Σεβίλλη, τη Γρανάδα, τη Μαδρίτη, πηγαίνουν για να γιορτάσουν με τους χωρικούς της Μαριναλέντας.

Οταν εξελέγη για πρώτη φορά, το 1979, ο Γκορντίγιο ήταν ο νεώτερος δήμαρχος στην Ισπανία. Το 1986, έπειτα από 12 χρόνια αγώνων και καταλήψεων κυρίως από τις γυναίκες του χωριού, η Μαριναλέντα κατάφερε να πάρει από ένα γαιοκτήμονα 12.000 στρέμματα γης και να δημιουργήσει έναν αγροτικό συνεταιρισμό από τον οποίο ζει σήμερα σχεδόν όλο το χωριό. "Η γη δεν ανήκει σε κανέναν, η γη δεν αγοράζεται, η γη ανήκει σε όλους!", λέει ο δήμαρχος.

Στον συνεταιρισμό El Humoso οι συνεταίροι εργάζονται 6½ ώρες την ημέρα, από τη Δευτέρα ώς το Σάββατο, δηλαδή 39 ώρες την εβδομάδα. Ολοι έχουν τον ίδιο μισθό, ανεξάρτητα από τη δουλειά που κάνουν. Οι συγκομιδές (ελαιόλαδο, αγκινάρες, πιπεριές, κ.λπ.) συσκευάζονται στο μικρό εργοστάσιο Humar Marinaleda, που βρίσκεται στη μέση του χωριού και στο οποίο εργάζονται, σε πολύ χαλαρή ατμόσφαιρα, περίπου 60 γυναίκες και 4-5 άνδρες. Τα προϊόντα πωλούνται κυρίως στην Ισπανία. Τα έσοδα του συνεταιρισμού δεν μοιράζονται, αλλά επενδύονται και πάλι στον συνεταιρισμό για να δημιουργηθούν δουλειές. Γι ' αυτό στο χωριό δεν υπάρχουν άνεργοι. Ομως ακόμη και σε εποχές που δεν υπάρχουν αρκετές γεωργικές δουλειές για όλους, οι μισθοί καταβάλλονται. Στη Μαριναλέντα, η στέγαση, η εργασία, ο πολιτισμός, η εκπαίδευση και η υγεία θεωρούνται δικαίωμα. Μια θέση στον παιδικό σταθμό με όλα τα γεύματα κοστίζει 12 ευρώ τον μήνα.

Από την άλλη, "εδώ δεν έχουμε χωροφύλακες, θα ήταν μια άχρηστη σπατάλη", λέει ο δήμαρχος. "Δεν έχουμε ούτε παπά - δόξα τω Θεώ!", προσθέτει γελώντας. Πάντως η ελευθερία της λατρείας είναι εγγυημένη και το Πάσχα έγινε μια μικρή θρησκευτική λιτανεία, η οποία πέρασε διακριτικά από τους δρόμους του χωριού, χωρίς θεατές και αποφεύγοντας την πλατεία όπου γινόταν η γιορτή.

"Εφαρμόζουμε μια συμμετοχική δημοκρατία, αποφασίζουμε για όλα, από τους φόρους ώς τις δημόσιες δαπάνες, σε μεγάλες συνελεύσεις. Πολλά κεφάλια δίνουν πολλές ιδέες", λέει ο Γκορντίγιο. "Ξέρουμε πως οι άνθρωποι μπορούμε να δουλεύουμε και για άλλες αξίες, όχι αποκλειστικά για το χρήμα"».

Υπεύθυνος: ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΤΡΙΑΝΤΗΣ

Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ Από τα «ΝΕΑ»

Κυριακή 25 Απριλίου 2010

Αη Στράτης -Φωτογραφικά ίχνη...



Την περίοδο 1929-1943, το μικρό νησάκι του Αϊ-Στράτη στο Βόρειο Αιγαίο αποτέλεσε τόπο εξορίας. Σε δύο κοιλάδες πάνω από τον οικισμό βρισκόταν μεταπολεμικά το στρατόπεδο, με φυλάκια ολόγυρα και σκοπιές της χωροφυλακής να το επιτηρούν νυχθημερόν. Σ’ εκείνο το στρατόπεδο “τρύπωνε” με κίνδυνο της ζωής του ο αυτοδίδακτος φωτογράφος Βασίλης Μανικάκης και απαθανάτιζε στιγμές της καθημερινότητας των εξορίστων.

“ΟΤΑΝ ΑΓΑΠΑΣ ΚΑΤΙ, ΠΑΝΤΑ ΤΑ ΚΑΤΑΦΕΡΝΕΙΣ”
Επί 40 και πλέον χρόνια ο Βασίλης Μανικάκης αποτύπωνε με τον φακό του τη ζωή και την εξέλιξη ενός τόπου και των ανθρώπων του. Από το 1935 περίπου, που ένας συγχωριανός του του έφερε μια μηχανή, την έκανε κομμάτι της ζωής του. Και όταν ήρθαν οι εξόριστοι, δεν σταμάτησε να απαθανατίζει την καθημερινότητά τους στις σκηνές από καραβόπανο και στα αυτοσχέδια πλινθόκτιστα καλύβια όπου έμεναν, την κακουχία τους από την πείνα και τις αρρώστιες. Δεν ήξερε ότι με όλα αυτά τα “κλικ” δημιουργούσε ένα μοναδικό αρχείο-ντοκουμέντο. Αυτός απλά αγαπούσε πάρα πολύ τη φωτογραφία. Ακόμη και όταν πήγε να υπηρετήσει στο Αλβανικό μέτωπο, δεν τον πείραξαν τόσο οι κακουχίες του πολέμου όσο το ότι δεν τον άφησαν να πάρει μαζί του τη μηχανή. “Ας μου δίνανε τη μηχανή μου! Πόσες εικόνες πήγαν χαμένες και εγώ προσπαθώ ώρες να σου τις μεταφέρω με λόγια, αλλά πώς να τις πω;” έλεγε πάντα με καημό στον γιο του Βύρωνα, ο οποίος μοιράστηκε μαζί μας πολύ ιδιαίτερες μνήμες.
Σήμερα έχει κληρονομιά από τον πατέρα του γύρω στα 10.000 αρνητικά και τα φροντίζει όσο καλύτερα μπορεί. Χάρη στη διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και τη γενική γραμματεία Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής του υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας, φέρνει ένα μέρος απ’ αυτό το υλικό στη Θεσσαλονίκη σε μια έκθεση με τίτλο “Αϊ-Στράτης. Φωτογραφικά ίχνη (1940-1970)”. Αυτές οι εικόνες έχουν ταξιδέψει εντός και εκτός Ελλάδας. Η αρχή έγινε το 1995, όταν επισκέφθηκε τον Αϊ-Στράτη ο τότε πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωστής Στεφανόπουλος. “Σκεφτόμασταν τι να του δείξουμε για να γνωρίσει την ιστορία του νησιού, γιατί ο σεισμός του ’68 κατέστρεψε τα πάντα” θυμάται ο Βύρωνας Μανικάκης. “Έτσι άρχισα να τυπώνω φωτογραφίες του πατέρα μου και βάλαμε δύο σταντ με εικόνες για να καταλάβει την ιστορία του νησιού. Ο πρόεδρος ενθουσιάστηκε και ζήτησε να δει τον φωτογράφο. Τον φωνάξαμε, ήταν γέρος πια, και ο πρόεδρος κάθισε δίπλα του και τον ρωτούσε: ‘Άνθρωπέ μου, εσύ πώς τα κατάφερες εδώ; Πού έμαθες;’. ‘Πουθενά, μόνος μου’ του λέει. ‘Τα υλικά που τα έβρισκες;’. ‘Ε, από Αθήνα, Θεσσαλονίκη, παράγγελνα με όσα λεφτά είχα και μου τα φέρνανε’. ‘Και πώς τα κατάφερες όλα αυτά;’. ‘Όταν αγαπάς κάτι, πάντα τα καταφέρνεις’ του απάντησε”.
Μολονότι το 1997 ο κ. Στεφανόπουλος και η τότε υπουργός Αιγαίου Ελισάβετ Παπαζώη διοργάνωσαν μια έκθεση με μερικές από τις φωτογραφίες, ο Βασίλης Μανικάκης ήταν ήδη καταβεβλημένος για να τις δει να εκτίθενται δημόσια. Σε προχωρημένη ηλικία -91 ετών- έφυγε από τη ζωή το 1998. Μία χρονιά αργότερα, το 1999, εκδόθηκε το λεύκωμα “Αϊ-Στράτης - Φωτογραφικά ίχνη”, στο πλαίσιο ενός ερευνητικού προγράμματος του Πανεπιστημίου Αιγαίου με υπεύθυνο τον καθηγητή Γιώργο Νικολακάκη, και το 2000 διοργανώθηκε για πρώτη φορά έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη. Στη συνέχεια η έκθεση ταξίδεψε στη Λήμνο, το Ηράκλειο, τη Μυτιλήνη και το Σίδνεϊ της Αυστραλίας.

Η ΑΡΧΗ...
Όταν ο μπαρμπα-Βασίλης πρωτοπήρε τη μηχανή στα χέρια του, “άρχισε να καταγράφει, να μαθαίνει, να επιστρατεύει όλη την εμπειρία του. Η φύση τον είχε προικίσει να μπορεί να ‘διαβάσει’ το φως του Αιγαίου και να το χρησιμοποιήσει. Από εκεί αρχίζει πια να ερωτεύεται τη μηχανή και τραβά φωτογραφίες όχι γιατί πρέπει να ζήσει, γιατί δεν το έκανε ως επαγγελματίας, αλλά γιατί τον ευχαριστούσε, ήταν η αγάπη του. Και περισσότερο όχι για να βγάζει γεγονότα. Του άρεσε να καταγράφει κάθε στιγμή, ό,τι του έκανε εντύπωση, και αυτά τα είχε ως αρχείο, γιατί ήταν ανεπανάληπτες στιγμές για τον ίδιο. Έχουμε ένα πλούσιο αρχείο από φωτογραφίες, για τις οποίες ποτέ δεν πήρε λεφτά, απλά ήταν κομμάτια της ζωής του που ήθελε να τα κρατήσει”, λέει ο υιός Μανικάκης.
Αυτό που κάνει ακόμη πιο πολύτιμη τη δουλειά του είναι ότι “επειδή ο Αϊ-Στράτης ήταν τόπος εξορίας πιο πολλά χρόνια από κάθε άλλο νησί, του δόθηκε η ευκαιρία να καταγράψει στιγμές ανθρώπων που ήταν στην απομόνωση και δεν μπορούσε εύκολα να πλησιάσει εκεί. Με κινδύνους κατάφερε να ‘τραβάει’ εξορίστους μέσα στον οικισμό, γι’ αυτό και κρατούσε το μεγαλύτερο μέρος από τις φωτογραφίες κρυφό, ασφαλές. Δυστυχώς χιλιάδες αρνητικά που τα είχε ταξινομημένα μέσα σε ντενεκέδες και κρυμμένα μακριά από το σπίτι, σε ντουβάρια ή αλλού, διαβρώθηκαν από το χρόνο και την υγρασία και έγιναν μια μάζα. Βρήκα πολλές, ξεχωρίσαμε αρκετές φωτογραφίες που μπορούσαμε να σώσουμε και χαρακτηρίζουν τη ζωή και τις μνήμες από την περίοδο της εξορίας”.
Υπάρχει όμως και άλλη μία μοναδικότητα: “Σε μια έρευνα που έκανε ο καθηγητής Νικολακάκης, ανακάλυψε ότι πανευρωπαϊκά δεν έχει αναφερθεί ποτέ ένας άνθρωπος σε ένα μικρό απομονωμένο μέρος να καταγράφει επί 40 περίπου χρόνια αδιαλείπτως τη ζωή ενός τόπου και των προσώπων του. Να φωτογραφίζει όλες τις στιγμές τους, γάμους, βαφτίσια, κηδείες, διαδηλώσεις, εκδηλώσεις. Αυτό δεν έχει αναφερθεί ποτέ”.

ΣΤΗ ΜΑΥΡΗ ΛΙΣΤΑ
Ο Βασίλης Μανικάκης ήξερε από ένστικτο πώς να “παγιδεύει” το κατάλληλο φως, ποια οπτική γωνία ήταν καλύτερη, πώς να αναδεικνύει την έκφραση των ανθρώπων. Ήξερε από ένστικτο ότι οι στιγμές ήταν μοναδικές. “Στην περίοδο του στρατοπέδου εξορίστων, ζούσε επικίνδυνα. Για παράδειγμα, όταν ήρθαν μαζικά οι άνθρωποι με τα αρματαγωγά στην παραλία, είχε καταιγίδα. Ένας κεραυνός έπεσε σε μια σκηνή και τέσσερις εξόριστοι σκοτώθηκαν. Ο πατέρας μου πέρασε από εκεί, είδε τη φασαρία και φωτογράφισε την τραγωδία και μετά κρυφά πάλι φωτογράφισε την κηδεία τους στο λόφο του Αγίου Μηνά, όπου τους αποχαιρέτησαν με πανό και τραγούδια. Εκεί κατάφερε να πάρει τέσσερις φωτογραφίες” θυμάται ο Βύρωνας Μανικάκης.
Βέβαια όλη αυτή η δράση είχε και το τίμημά της. “Ο φάκελός του στην Ασφάλεια μεγάλωνε ολοένα και φάνηκε τυχερός που τον προειδοποίησε ένας διοικητής και του είπε να φύγει γιατί θα τον κυνηγήσουν για να τον στείλουν εξορία. Έφυγε, πήγε στη Λήμνο για δύο χρόνια, το ’50-’51, δούλεψε σε διάφορες δουλειές, αλλά η μηχανή ήταν στον ώμο του - έφερε και από εκεί καμιά 300αριά φωτογραφίες”.
Ήταν προικισμένος άνθρωπος. Επινοούσε διάφορους δικούς του τρόπους για να φωτογραφήσει. “Για να μεγεθύνει τις φωτογραφίες άνοιγε τρύπα στα κεραμίδια, έβαζε ένα τζάμι, στερέωνε το φακό ανάποδα και παγίδευε το φως. Έφτιαχνε έτσι καρτ ποστάλ. Δεν ζούσε ωστόσο ποτέ απ’ αυτά. Η χαρά του ήταν να μπορεί να αγοράζει υλικά και να πάρει μια άλλη μηχανή. Πάντοτε μια καλή μηχανή ήταν όνειρο άπιαστο” σημειώνει ο κ. Μανικάκης, ο οποίος κατόρθωσε να διασώσει και τις μηχανές που αγόρασε κατά καιρούς ο πατέρας του, και έτσι διαθέτει “καμιά δεκαριά μηχανές, από απλά κουτάκια της Κόντακ και της Άγκφα μέχρι τις παλιές μηχανές με τον τρίποδα και τις γυάλινες πλάκες”.

ΜΑΘΗΤΕΥΟΜΕΝΟΣ
Ο πατέρας μετέφερε τη σοφία του στον γιο. “Και εγώ ασχολούμαι. Φωτογραφίζω, τραβάω βίντεο εδώ και 20 χρόνια και καταγράφω τα πάντα. Δεν πήγα σχολή. Σχολή ήταν ο πατέρας μου. Θυμάμαι με έπαιρνε μικρό στο σκοτεινό θάλαμο και μου μάθαινε τα μυστικά και με πείραζε. Μου έλεγε, ‘σήμερα θα κάνουμε εμφάνιση του φιλμ’, μου έδινε τις οδηγίες και εγώ παραπονιόμουν ότι δεν έβλεπα καλά τι πρέπει να κάνω. Συνέχιζε αυτός και στο τέλος μου έλεγε: ‘αν δεν βλέπεις, δεν θα γίνεις φωτογράφος ποτέ”, και μετά γελώντας μου αποκάλυπτε ότι με πείραζε... ‘Έτσι πειράζουμε τους καινούργιους’ μου έλεγε!”.
Ο Βασίλης Μανικάκης δεν θα σταματούσε ποτέ να φωτογραφίζει. Αδυνάτισε το φως του, όμως, δεν μπορούσε πια να εστιάσει, “οπότε οι τελευταίες φωτογραφίες που τραβούσε ήταν για ταυτότητες. Δεν περιπλανιόταν όμως πλέον”. Και σίγουρα δεν ήταν ό,τι καλύτερο για έναν άνθρωπο αεικίνητο, που στη ζωή του έκανε χίλια δυο επαγγέλματα. “Αγρότης, μελισσοκόμος, κτηνοτρόφος, φούρναρης, κτίστης, έπαιζε λύρα, κατασκεύαζε λύρες και πάνω απ’ όλα η ζωή του ήταν η φωτογραφία” συμπληρώνει ο υιός Μανικάκης.
Ο Βύρωνας Μανικάκης έχει επιστρέψει στον Αϊ-Στράτη εδώ και επτά χρόνια. Βέβαια, “οι καιροί άλλαξαν άρδην. Ο σεισμός κατέστρεψε τον παραδοσιακό οικισμό, οι κουλτούρες αποτελειώσανε. Υπουργικό διάταγμα έχει ανακηρύξει τον οικισμό παραδοσιακό, αλλά οι άνθρωποι δεν εκτιμούν την ομορφιά” λέει με παράπονο.
Κύριο μέλημά του πάντως είναι να μη χαθεί αυτό το αρχείο.

από την Ελσα Σπυριδοπούλου
στο http://www.makthes.gr/index.php?name=News&file=article&sid=27899

ΥΓ1 Αναζητείστε το λεύκωμα με τίτλο "Φωτογραφικά ίχνη" του Αη Στράτη.Κοστίζει μόνο 40Ε
Είναι ένα αληθινό ταξίδι...
ΥΓ2 Αξίζει να ταξιδέψετε στον Αη Στράτη...με καράβι από το Λαύριο μέσα σε 8 ώρες βρίσκεσαι στο όμορφο και φιλόξενο νησί...
ΥΓ3 Η φωτογραφία δείχνει την τελευταία σκοπιά που απομένει όρθια για να μαρτυράει την ύπαρξη στρατοπέδου μιας άλλης εποχής.Στο βάθος διακρίνεται το λιμάνι και όλος ο οικισμός του νησιού των 300 μόνιμων κατοίκων.
ΥΓ4 Το χώμα και αυτού του νησιού είναι ποτισμένο με αίμα και ιδρώτα ανθρώπων που άντεχαν τα πάντα...εκτός από το άδικο...δε μιλάνε...

Σάββατο 10 Απριλίου 2010

"Σημειώσεις" αξιοσημείωτες...


Ήταν μια ζεστή μέρα και υπήρχαν άφθονες σκιές.Οι βράχοι άστραφταν με μια ατόφια λάμψη.Τα σκοτεινά έλατα έμοιαζαν σαν να μην κινούνται ποτέ, αντίθετα με τις λεύκες που ήταν έτοιμες ν΄αρχίσουν να τρέμουν με τον παραμικρό ψίθυρο.Φυσούσε ένα δυνατό αεράκι από τα δυτικά που σάρωνε την κοιλάδα.Οι βράχοι ήταν τόσο ζωντανοί που έμοιαζαν να τρέχουν πίσω από τα σύννεφα και τα σύννεφα στριφογύριζαν τους βράχους, παίρνοντας τα σχήματα και τις καμπύλες τους, κυλούσαν γύρω τους και ήταν δύσκολο να ξεχωρίσεις τους βράχους από τα σύννεφα.Μαζί με τα σύννεφα περπατούσαν και τα δέντρα.Όλη η κοιλάδα έμοιαζε να κινείται, ενώ τα μικρά στενά μονοπάτια που ανέβαιναν στα δάση και πέρα απ΄αυτά, έμοιαζαν να παρασύρονται και να ζωντανεύουν. Τ' αστραφτερά λιβάδια έκαναν παρέα με τα ντροπαλά λουλούδια.Αυτό το πρωί, όμως, στην κοιλάδα κυριαρχούσαν οι βράχοι, είχαν τόσα πολλά χρώματα που υπήρχε μόνο ένα χρώμα.Ετούτο το πρωινό οι βράχοι ήταν ευγενικοί κι είχαν πάρα πολλά σχήματα και μεγέθη, ήταν τόσο αδιάφοροι για τα πάντα, για τον αέρα, για τις βροχές, για τις εκρήξεις στα σπλάχνα τους και για τις ανάγκες των ανθρώπων. Υπήρχαν από πάντα εκεί και θα υπάρχουν πέρα από το χρόνο.
Ήταν ένα λαμπερό πρωινό κα υπήρχε ήλιος παντού κι όλα τα φύλλα σάλευαν. Ήταν ένα πρωινό καλό για βόλτα με τ' αυτοκίνητο, όχι μακρινή, αλλά αρκετή για να δεις την ομορφιά του τοπίου. Ήταν ένα πρωινό που το έκανε καινούριο ο θάνατος, όχι ο θάνατος που φέρνει η φθορά, η αρρώστια ή ένα ατύχημα, αλλά ο θάνατος που καταστρέφει για να μπορέσει να υπάρξει δημιουργία. Δεν υπάρχει δημιουργία αν ο θάνατος δε σαρώσει όλα όσα έχει κατασκευάσει το μυαλό για να αυτοπροστατέψει την εγωκεντρική ύπαρξη. Ο θάνατος πριν ήταν μια μορφή συνέχειας, ο θάνατος ήταν συνδεδεμένος με την συνέχεια.Με το θάνατο ερχόταν μια νέα ύπαρξη, μια νέα εμπειρία, μια καινούρια πνοή και μια καινούρια ζωή. Το παλιό εξαφανιζόταν και γεννιόταν το καινούριο και το καινούριο έδινε με τη σειρά του τη θέση του σ' ένα άλλο καινούριο. Ο θάνατος ήταν το μέσο για το πέρασμα στην καινούρια κατάσταση, στην καινούρια επινόηση, σ' ένα καινούριο τρόπο ζωής, σε καινούριες σκέψεις. Ήταν μια αλλαγή που φόβιζε, αλλά αυτή ακριβώς η αλλαγή έφερνε φρέσκιες ελπίδες. Τώρα, όμως, ο θάνατος δεν έφερε τίποτα καινούριο, καινούριους ορίζοντες ή καινούρια πνοή.Είναι θάνατος απόλυτος και τελειωτικός. Κι ύστερα δεν υπάρχει τίποτα, ούτε παρελθόν ούτε μέλλον. Τίποτα. Δεν υπάρχει δόσιμο ζωής σε τίποτα. Αλλά δεν υπάρχει απελπισία, δεν υπάρχει αναζήτηση, ψάξιμο για μεγάλα βάθη που δεν είναι εκεί. Είναι πλήρης θάνατος χωρίς χρόνο. Ο θάνατος είναι εκεί χωρίς το παλιό ή το καινούριο. Είναι θάνατος χωρίς χαμόγελο ή δάκρυ. Δεν είναι μάσκα που καλύπτει, που κρύβει κάποια πραγματικότητα. Η πραγματικότητα είναι ο ίδιος ο θάνατος και δεν υπάρχει ανάγκη για κάλλυμα. Ο θάνατος έσβησε τα πάντα και δεν άφησε τίποτα. Αυτό το τίποτα είναι ο χορός των φύλλων, είναι η φωνή εκείνου του παιδιού. Είναι το τίποτα και δεν πρέπει να υπάρχει τίποτα. Ό,τι συνεχίζεται είναι φθορά, μηχανικό, είναι η συνήθεια, η φιλοδοξία. Υπάρχει διαφθορά, αλλά όχι στο θάνατο. Ο θάνατος είναι το ολοκληρωτικό τίποτα. Πρέπει να είναι εκεί γιατί μέσα απ' αυτό υπάρχει η ζωή, υπάρχει η αγάπη. Γιατί μέσα σ'αυτό το τίποτα υπάρχει η δημιουργία. Χωρίς απόλυτο θάνατο δεν υπάρχει δημιουργία.
Κρισναμούρτι "Σημειώσεις" μετ.Ν.Πιλάβιος εκδ.Καστανιώτη

Παρασκευή 2 Απριλίου 2010

εδώ Είναι...


Here it is

Ιδού το στέμμα σου
ιδού η σφραγίδα και τα δαχτυλίδια
Ιδού η αγάπη σου
για όλα τα πράγματα.

Αυτό είναι το κάρμα σου
το χαρτόνι με την αμμωνία
κι αυτή είναι η αγάπη σου
για όλα αυτά.

Ας ζήσει ο καθένας
κι ο καθένας ας πεθάνει.
Γεία σου αγάπη μου
Αντίο αγάπη μου.

Ιδού το κρασί σου
Και η μεθυσμένη σου πτώση
Κι εδώ είναι η αγάπη σου.
Η αγάπη σου για όλα τούτα.

Ιδού η αρρώστια σου.
Ιδού το κρεβάτι σου και μια λεκάνη
και να η αγάπη σου
Για την γυναίκα,τον άντρα.

Ας ζήσει ο καθένας
Κι ο καθένας ας πεθάνει.
Γεια σου αγάπη μου
Γεια χαρά σου αγάπη μου.

Και να η νύχτα
Η νύχτα έχει αρχίσει
Και να ο θανατός σου
στην καρδιά του γιού σου.

Να η αυγή
μέχρι να μας χωρίσει ο θάνατος
Να ο θάνατος σου,
στην καρδιά της κόρης σου.

Ας ζήσουν όλοι
κι ας πεθάνουν όλοι
Γεια σου αγάπη μου
Αντίο αγάπη μου.

Και να που βιάζεσαι
και να που έχεις φύγει ήδη
και να η αγάπη σου
που πάνω της χτίστηκαν όλα.

Ιδού ο σταυρός σου
τα καρφιά σου κι ο λόφος σου
και εδώ είναι η αγάπη σου
που λέει το που θα γίνει.

Ας ζήσει ο καθένας
κι ο καθένας ας πεθάνει.
Γεια σου αγάπη μου,
Γεια χαρά σου αγάπη μου.

Αντίο αγάπη μου...

Αρχειοθήκη ιστολογίου